Αίμα, τιμή, χρυσή πορδή

Σήμερα ο Φλοξ είναι συγκινημένος. Ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των ποντίων ετοιμάζεται να καταθέσει στεφάνι. Όμως κάτι πάει στραβά…

Φλοξ 2

Εγώ είμαι πόντιος κι έτσι εξηγούνται πολλά πράγματα. Το πείσμα, το πάθος, τα νεύρα…Η ράτσα μας είναι δυνατή. Η ιστορία μας πονεμένη. Μιλούσε ο παππούς για τη χαμένη πατρίδα. Έφτιαχνε η γιαγιά πιροσκί κι ωτία να γλύφεις τα δάκτυλά σου. Έπαιζε ο κεμεντζές, ζωντάνευε η ανατολή, ωχ…κι αμάν αμάν…η κόρ΄ επήεν σο παρχαρ΄…Χρύσανθε.

Στην πλατεία του χωριού μου υπάρχει μνημείο για τη προσφυγιά. Μαζευτήκαμε σήμερα για να καταθέσουμε στεφάνια και έγινε ο κακός χαμός.

Που πας χρυσαύγουλο με το μακρύ μαλλάκι; Βγάλε τα κατασκοπικά γυαλάκια σου μαυροφορεμένο μου να διαβάσεις κανένα βιβλίο ιστορίας. Λίμαν Φον Σάντερς λέγανε τον  Γερμαναρά που κατέστρωσε το σχέδιο εξόντωσης των ποντίων. Πρόβες έκανε ο στρατηγός με τα τάγματα εργασίας και τις λευκές πορείες – να δει πόσο θέλει για να ψοφήσει ο άνθρωπος. Πήρε ιδέες, άνοιξε η όρεξή του και χρόνια μετά την πλήρωσαν οι Εβραίοι.

Στη γειτονιά μου, μικρή μου Μόσχα, ζήσανε πρόσφυγες, καπνεργάτες και αριστεροί. Η πείνα θέρισε αλλά το σώμα άντεξε. Άντεξε και η ψυχή. Κρατήστε το στεφάνι για τη δική σας ταφόπλακα. Στην πλατεία του συνοικισμού μου, το άγαλμα της Ποντίας μάνας, δε φοράει γερμανικές μπότες.